Ο Αβραάμ, Ισραηλινός στρατιώτης, σημαδεύει τα παιδάκια την ώρα που παίζουν στην παραλία της Παλαιστίνης. Πέτυχε ένα. Τόσο γρήγορα ξεψύχησε που δεν μπόρεσε να μη σκεφτεί: “πιο γρήγορα κι από το ψάρι, εκείνο τουλάχιστον για λίγα λεπτά σπαρταρεί”. Με δύο φίλους κι ένα τόπι παίζανε. Ο ένας έφυγε, μάλλον να ειδοποίησει ή για να καλυφθεί. Ο άλλος πετάει πέτρες κατά τη μεριά του καραβιού. Τι παράξενες συνήθειες… Θα καπνίσω ένα τσιγάρο. Αν συνεχίσει και μετά να πετάει πέτρες, θα πει πως είναι από τους φανατισμένους και δε θα του βγει σε καλό.
Η μάνα του Ρασίντ δε χρειάστηκε να ξεδιαλύνει τα λόγια που κρύβονταν πίσω από τους αλαλαγμούς του Μοχάμαντ. Κατάλαβε από το τρεχαλητό, την κατεύθυνση και τον καλπασμό του παιδιού. Αμέσως ράγισε η καρδιά, έσπασαν τα μάτια και βούηξε η κεφαλή. Δεν ήταν μια στιγμή που ‘χε σταματήσει την κατσάδα η πεθερά γιατί άφησε το παιδί να βγει. Κι όμως στη Γάζα τα παιδιά ωριμάζουν πριν την ώρα τους. Σάμπως δεν είχε δίκιο; Της είχε πει: “και στο σχολείο το ίδιο επικίνδυνα – το γκρεμίσανε την ώρα του μαθήματος, και στο νοσοκομείο επίσης. Δυο σπίτια παραδίπλα θάφτηκαν ζωντανοί. Στου κάτου κάτου της γραφής, αν τους φοβόμαστε θα ΄χουν εκείνοι νικήσει.” Κι ήθελε να παίξει με τον Μοχάμαντ στη Θάλασσα. Δέκα μέρες τώρα του ‘λεγε κάθε μέρα “αύριο”. Είπανε χθες για εκεχειρία. Τώρα όλα τούτα παρελθόν. Μαύρη πίσσα της έκοψε την ανάσα το μαντάτο.
Ο Αβραάμ στο μεταξύ χτύπησε και τον φίλο. Πριν πατήσει τη σκανδάλη, είχε σκεφτεί την πατρίδα του, χτισμένη απάνω στ’ όνειρο μιας κυνηγημένης φυλής να βρει απάγκιο. Ίσως μια ταραχή, το σκάγι πέτυχε στον ώμο τον μικρό που τώρα μαζεύτηκε.
Ο κύριος Αρακοκαύλης σφούγγιξε τον ιδρώτα του κι έκανε νόημα του σοφέρ να φέρει τ’ αμάξι. Είχε απαλλαγεί κι από το δεύτερο φανατικό ακαδημαϊκό που ευτυχώς είχε δίξει την ίδια αφέλεια με τον τσογλαναρά φίλο του. Κανένας δε θα του χάλαγε τη μόστρα τώρα πια.
Κι εγώ, που τις δυο ιστορίες πρωτάκουσα μαζί, επιστρέφοντας στην ηλεκτρονική διασύνδεση μετά από ανέμελες βραδιές στον ξάστερο ουρανό, αρωματικό καφέ στην πρωϊνή σκιούλα και γλυκά σύκα και δροσερά απογευματινά μπάνια στην καθαρή θάλασσα μεταξύ Σάμου και Τουρκίας, βρέθηκα ντροπιασμενός κι αντιμέτωπος με τη φρίκη άλυτων αντιθέσεων. Κάθε μέρα δικής μου ξεκούρασης εκατοντάδες συνάνθρωποι εκτελεσμένοι σαν αδέσπωτα λυσσασμένα σκυλιά που τους πρέπει η εξόντωση και πώς να τους βοηθήσω. Μα και τον ένα φίλο μου εκτελεσμένο στο Λονδίνο πάλι να βοηθήσω δε μπορώ.
Δύο είδη αδικίας. Όταν αίμα είναι μούστος για κρασί, ακόλουθα κι ο παραπλανημένος πότης σαν μπεκρούλιακας παραληρεί. Κι όταν στην επιστήμη βάζει μια βασίλισσα φραγμό, είναι γιατί η πορνεία στους αριστοκράτες είναι κατάντημα κρυφό.
αφιερωμένο στην Ολιάννα, φίλη παιδική
https://atexnos.gr/αυθεντικό-το-βίντεο-με-τον-ελεύθερο-σκ/